Πέμπτη 29 Μαρτίου 2012

Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗ


Πως η διδασκαλία του μεγάλου Έλληνα φιλόσοφου μπορεί να λειτουργήσει ως οδηγός εξόδου από την κρίση.

Ήταν Μάρτιος σαν σήμερα, για την ακρίβεια 5 Μαρτίου του 399 π.χ., όταν ο Σωκράτης ήπιε το κώνειο έχοντας καταδικαστεί σε θάνατο από τους συμπολίτες του. Το αιτιολογικό της καταδίκης του ήταν ότι διέφθειρε τους νέους της εποχής και εισήγαγε αιρετικές δοξασίες στην κοινωνία της Αθήνας. Ο ίδιος βέβαια έβλεπε τον εαυτό του σαν «αλογόμυγα» που κεντρίζει τους ανθρώπους με σκοπό να τους βγάλει από τον ύπνο τους και να τους δείξει αυτό που όφειλαν να είναι και δεν ήταν…

Γιατί, παρά την τότε φαινομενική ακμή και λαμπρότητα  των Αθηνών, ο άκρατος υλισμός και η επίπλαστη οικονομική αφθονία βασίλευαν. Αυτά θα έσερναν λίγο καιρό αργότερα την Αθήνα στον πόλεμο, στην τυραννία και εντέλει στην παρακμή.

Κάτι παρόμοιο δηλαδή με αυτό που συμβαίνει στη σύγχρονη Αθήνα, και σε όλη την Ελλάδα, που μετά το πανηγύρι των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 και την επίπλαστη υλική ευμάρεια της τελευταίας δεκαετίας, γνωρίζει σήμερα την απαξίωση, το μαρασμό και την κηδεμονία των ξένων τυράννων…

Να λοιπόν γιατί το μήνυμα του «σοφότερου όλων», σύμφωνα με το μαντείο των Δελφών, του Σωκράτη, είναι στις μέρες μας πιο επίκαιρο από ποτέ.

Η ιστορία κάνει κύκλους και τι φρονιμότερο για έναν λαό από το να ανατρέξει στις παραδόσεις και την πνευματική κληρονομιά του- πόσο μάλλον όταν παραμένει παγκόσμιο και διαχρονικό παράδειγμα αξιοπιστίας και λειτουργικότητας.

Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ

Αυτό που πραγματικά διαφοροποιεί τον Σωκράτη από όλους τους υπολοίπους στοχαστές και φιλοσόφους είναι η συνέπεια των λόγων του με τη ζωή του. Μια συνέπεια που τήρησε ευλαβικά μέχρι τη στιγμή του θανάτου του.

«Μη φοβάσαι το θάνατο, γιατί η πίκρα του θανάτου έγκειται ακριβώς στο φόβο του», μας λέει, συμπληρώνοντας, «οφείλουμε να στενοχωριόμαστε με τη ζωή και να χαιρόμαστε με το θάνατο, γιατί ζούμε για να πεθάνουμε και πεθαίνουμε για να ζήσουμε».

Εξωπραγματική αντίληψη και στάση ζωής για τα σημερινά δεδομένα, όπου κάνουμε ότι μπορούμε για να εξορίσουμε το θάνατο από την καθημερινότητά μας και να σκεπάσουμε το φόβο του με κάθε τρόπο, κυρίως με υλικά αποκτήματα και ποικιλίες διασκέδασης. Δεν ήταν όμως μόνο η στάση που συνειδητά επέλεξε απέναντι στο θάνατό του. Ολόκληρος ο βίος του αποτελούσε ένα παράδειγμα για την κοινωνία της αρχαίας Αθήνας.

Αντίθετα με την εικόνα που επικράτησε σε κάποια έκταση, επηρεασμένη από τη σατυρική απεικόνισή του στις κωμωδίες του Αριστοφάνη, ο Σωκράτης ούτε ρακένδυτος, ούτε ρυπαρός υπήρξε. Φρόντιζε πάντοτε να διατηρεί άριστη φυσική κατάσταση, ενώ ήταν πασίγνωστος για το λιτό τρόπο ζωή του, αλλά και για την αντοχή, το θάρρος και τη γενναιότητά του στις μάχες που είχε λάβει μέρος.

Η λέξη- κλειδί για την πραγμάτωση όλων αυτών των αρετών ήταν μια: εγκράτεια. Όπως ο ίδιος έλεγε: «Ο κόσμος είναι επιθυμητός για τρία πράγματα. Δύναμη, πλούτο και ανέσεις. Κάποιος όμως που είναι εγκρατής μέσα στον κόσμο γίνεται δυνατός. Κάποιος που είναι αυτάρκης γίνεται πλούσιος. Και κάποιος που δεν έχει μεγάλες φιλοδοξίες, έχει άνεση».

Μέσα σε τρείς σειρές, δυόμισι χιλιάδες χρόνια πριν, ο Σωκράτης περιγράφει την αιτία που φτάσαμε στο τωρινό αδιέξοδο, ενώ παράλληλα μας αποκαλύπτει τον τρόπο να γίνουμε πραγματικά πλούσιοι και δυνατοί.

ΝΟΜΟΣ ΚΑΙ ΤΑΞΗ

Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που θέτει ο Σωκράτης είναι οι νόμοι και η ανάγκη υπακοής σε αυτούς. Η πόλη θεωρείται το υπέρτατο αγαθό εκείνη την εποχή και ο φιλόσοφος λειτουργεί ως συνειδητός πολίτης συμβάλλοντας με κάθε τρόπο στη διαμόρφωση και εξέλιξή της.

Το ακριβώς αντίθετο από αυτό που γίνεται  εδώ και δεκαετίες στη χώρα μας, τόσο από την πλειοψηφία των πολιτών όσο και από την κρατική εξουσία, που συλλήβδην ασελγούν στο σώμα της ελληνικής πόλης και της υπαίθρου…

Οι νόμοι, που ο Σωκράτης τους προσωποποιεί για χάρη του Κριτία στον ομώνυμο πλατωνικό διάλογο, είναι θεματοφύλακες της υπόστασης της πόλης. Είναι αυτοί χάρη στους οποίους κάθε Αθηναίος πολίτης μπορεί να απολαμβάνει ένα βίο τιμημένο, ασφαλή, δίκαιο και ευχάριστο. Σε αντάλλαγμα για τα αγαθά που του παρέχει η πόλη, ο πολίτης έχει χρέος να σέβεται και να υπακούει τους νόμους που αυτή έχει θεσπίσει.

Βέβαια στην εποχή του Σωκράτη, ο Αθηναίος πολίτης συμμετείχε ενεργά στη διαμόρφωση των νόμων, και είχε πρόσβαση αλλά και υποχρεωτική συμμετοχή στη διοίκηση της πόλης του. Κάτι που βλέπουμε να επιστρέφει δειλά σήμερα, μετά από δεκαετίες πελατειακών σχέσεων ή αδιαφορίας για τα κοινά.

Έστω και άτσαλα προς το παρόν, οι Έλληνες προσπαθούμε να βρούμε έναν τρόπο να ξαναγίνουμε μέρος της πολιτείας και να πάψουμε να στεκόμαστε απέναντί της. Λαϊκές συνελεύσεις σε γειτονιές και δήμους, «αγανακτισμένες» συζητήσεις σε πλατείες, απαίτηση για κάποιο είδος άμεσης δημοκρατίας… Φτάνουν όμως οι αγαθές προθέσεις και τα λόγια; Ξανά ο σπουδαίος φιλόσοφος, δια στόματος μαθητών του, μας δείχνει το δρόμο.

ΕΚΛΕΚΤΕΣ ΜΑΘΗΤΕΙΕΣ

Ακούμε το μεθυσμένο (άρα απολύτως ειλικρινή εν προκειμένω) Αλκιβιάδη, να λέει για το δάσκαλό του στο Συμπόσιο:

«Ακούγοντας οποιονδήποτε άλλον ομιλητή, έστω και τον καλύτερο, δεν επηρεαζόμαστε και πολύ, όμως ακόμα και σπαράγματα των δικών σου λόγων μεταφερμένα από στόμα σε στόμα, γεννούν το θαυμασμό και κυριεύουν την ψυχή ανδρών, γυναικών και παιδιών, στο άκουσμά τους. Η καρδιά μου χοροπηδάει στο στήθος μου και τα μάτια μου γεμίζουν δάκρυα όταν τον ακούω, και βλέπω το ίδιο να συμβαίνει σε πολλούς άλλους. Γιατί αυτός εδώ με αναγκάζει να παραδεχτώ ότι δεν θα έπρεπε να ζω με τον τρόπο που ζω, παραμελώντας τις ανάγκες της ψυχής μου. Και είναι ο μόνος που μ’έχει κάνει  ποτέ να νιώσω ντροπή, πράγμα που δεν είναι στη φύση μου».

Πολλούς αιώνες μετά, ένας άλλος «μαθητής»  του, ο Γκάντι (ο οποίος είχε δημοσιεύσει περίληψη της Απολογίας στην εφημερίδα Ινδική Γνώμη), ακολουθώντας το παράδειγμα του Σωκράτη, έγινε ο ίδιος η αλλαγή που ήθελε να φέρει στον κόσμο και κατόρθωσε να οδηγήσει έναν ολόκληρο λαό στην ελευθερία, ξαναθυμίζοντας στην πράξη τη σωκρατική στάση ζωής.

Και πραγματικά, θλίβεται κανείς βλέποντας πόσο πολύ απέχει αυτή η φιλοσοφία και ταυτόχρονα στάση ζωής από τους κενούς ακαδημαϊσμούς και τις παρεμβάσεις των σύγχρονων λόγιων όσον αφορά στη δύσκολη κατάσταση που βιώνουμε.

Και δεν είναι μόνο ο Γκάντι. Είναι και πάλι ο Σωκράτης που μιλάει μέσα από τα ποιητικά λόγια του Χαλίλ Γκιμπράν, το 1923, δείχνοντας το πώς φτάσαμε στη λύπηση και στον εξευτελισμό από τους ξένους. Και το τι θα πρέπει να κάνουμε αν θέλουμε να βγούμε από αυτή την εξαθλιωμένη θέση:

«Το έθνος να λυπάστε αν φορεί ένδυμα που δεν το ύφανε. Ψωμί αν τρώει αλλά όχι απ’τη σοδειά του. Κρασί αν πίνει, αλλά όχι από το πατητήρι του. Το έθνος να λυπάστε που δεν υψώνει τη φωνή του παρά μονάχα στην πομπή της κηδείας. Που δεν συμφιλιώνεται παρά μονάχα μες τα ερείπιά του. Που δεν επαναστατεί παρά μονάχα σαν βρεθεί ο λαιμός του ανάμεσα στο σπαθί και την πέτρα. Το έθνος να λυπάστε που έχει αλεπού για πολιτικό, απατεώνα για φιλόσοφο, μπαλώματα και απομιμήσεις είναι η τέχνη του. Το έθνος να λυπάστε που έχει σοφούς από χρόνια βουβαμένους».

ΟΙ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΦΑΙΝΕΣΘΑΙ

Ένα άλλο στοιχείο που κάνει τον Σωκράτη τώρα πιο επίκαιρο από ποτέ, πέρα από την εγκράτεια και τη συνέπεια, έχει να κάνει με την αντιμετώπιση της εικόνας, του φαίνεσθαι. Θυμάμαι πριν λίγο καιρό, ένα φίλο να μου διηγείται την ιστορία ενός φαινομενικά πολύ επιτυχημένο Έλληνα μάνατζερ, την εποχή του χρηματιστηρίου και  των παχιών αγελάδων.

Ενώ προς τα έξω περνούσε την εικόνα ενός πολύ σημαντικού και με κύρος ατόμου, ο άνθρωπος αυτός είχε υποθηκεύσει όλη του τη ζωή σε δάνεια και πιστωτικές. Τα μόνα του υπάρχοντα ήταν ένα πανάκριβο κουστούμι και ένα κάμπριο αυτοκίνητο με τα οποία εμφανιζόταν διαρκώς. Κατά τα άλλα η ντουλάπα του ήταν άδεια και τα βράδια κοιμόταν σχεδόν νηστικός στο ράντζο ενός υπογείου…

Τελικά, η ψεύτικη εικόνα που προσπαθούσε να συντηρήσει τον συνέθλιψε, αφήνοντάς τον άστεγο και μόνο. Φαντάζομαι, το παράδειγμα του ήταν ένα εκ των πολλών, στην τελείως αντίθετη κατεύθυνση από τη σκέψη του Σωκράτη, που μας λέει, «να είσαι αυτός που επιθυμείς να φαίνεσαι», και «αρετή είναι να αποφεύγεις κάθε υπερβολή».

Η στάση του ήταν επίσης ξεκάθαρη και σε ό,τι έχει να κάνει με το κυνήγι  των απολαύσεων: « Η ηδονή είναι μια παγίδα αλειμμένη με μέλι. Σκότωσε την επιθυμία και θα αναστήσεις τη φύση». Στο σημείο αυτό η φιλοσοφία του βαθαίνει περισσότερο και μας πηγαίνει κατευθείαν στην οικοδόμηση της ψυχής- της ψυχής που χάσαμε στην πορεία εντρυφώντας σε κτηνώδεις πόθους, όπως είχαν κάνει οι συμπολίτες του.

Για τον ίδιο όλες οι ψυχές είναι αθάνατες. Μόνο όμως των δίκαιων και ενάρετων μπορούν να είναι αθάνατες και  θείες. Είναι ο πρώτος που θεωρεί την ψυχή την πραγματική ουσία του ανθρώπου, και την αρετή ως αυτό που επιτρέπει την πλήρωση της ανθρώπινης φύσης μέσα από την αναζήτηση και τη βελτίωση της ψυχής.

Μια καθαρά πνευματική διδασκαλία από κάποιον- τι ειρωνεία- που κατηγορήθηκε για ασέβεια και αθεΐα…

ΕΝΑΣ ΟΔΟΔΕΙΚΤΗΣ ΕΞΟΔΟΥ

Σήμερα, ο Σωκράτης έχει «επιστέψει» για τα καλά σε Ευρώπη και Αμερική. Στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια ολόκληροι τομείς είναι αφιερωμένοι στη διδασκαλία του, άνθρωποι μαζεύονται σε φιλοσοφικά καφενεία που φέρουν το όνομά του και συζητούν πάνω στη σκέψη του, ψυχολόγοι έχουν εντάξει τα λεγόμενά του στις θεραπείες τους και νέα βιβλία μιλούν για τη διαχρονικότητα της φιλοσοφίας του.

Δεν είναι όμως μόνο το γεγονός ότι η φιλοσοφία και ο θάνατος του μεγάλου Έλληνα έχουν αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα τους στην πορεία και εξέλιξη του δυτικού πολιτισμού.

Εξίσου σημαντικό, αν όχι σημαντικότερο, είναι το γεγονός πως όταν οι καταστάσεις στην πορεία του σύγχρονου πολιτισμού ( που έχει τις βάσεις του στην αρχαία Ελλάδα) γίνονται δύσκολες, τότε ο Σωκράτης εμφανίζεται ωε ο καταλληλότερος για να μας συμβουλέψει και να μας καθοδηγήσει.

«Ο χειρότερος άνθρωπος είναι εκείνος που σε βοηθάει να ακολουθείς τα καπρίτσια σου» μας λέει με τον πιο επίκαιρο τρόπο. Ο ίδιος ποτέ δεν χαρίστηκε ούτε βοήθησε κανέναν σε έναν τέτοιο εύκολο δρόμο. Γι’ αυτό και δεν άργησε να συγκεντρώσει πάνω του τη μνησικακία και την οργή των συμπολιτών του.

Τον περασμένο Μάιο, σε μια ιστορική- εικονική δίκη, το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Νέας Υόρκης αθώωσε τον Σωκράτη 2410 χρόνια μετά! Το πιθανότερο ωστόσο είναι πως αν επέστρεφε ανάμεσά μας, θα πάθαινε τα ίδια. Μετά από τόσους αιώνες, είναι φανερό πως δεν καταφέραμε ακόμη να φτάσουμε στη μεγαλύτερη, κατά τον ίδιο, κατάκτηση: στην καθυπόταξη των παθών μας.

Κι όμως, οι απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα που έθεσε είναι μέσα μας. Η εκμαίευσή τους, αν μη τι άλλο επίπονη. Το παράδειγμά του όμως έρχεται να μας καθοδηγήσει ζωντανό από τους δρόμους της αρχαίας Αθήνας, όπου ξεκίνησαν όλα.

Τι καταλληλότερο για να διώξουμε την απογοήτευση και την κατήφεια που ελέω κρίσης απλώνονται στους σύγχρονους δρόμους των ελληνικών πόλεων…



Της Ερατώς Τριανταφυλλίδη/αβατον

      

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου