Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2018

CHRISTOPHE GUILLUY ΓΙΑ ΤΑ ''ΚΙΤΡΙΝΑ ΓΙΛΕΚΑ''

Μετάφραση: Μιχάλης Θεοδοσιάδης
Από τη δεκαετία του ’80 και έπειτα, κατέστη σαφές για τις δυτικές κοινωνίες το εξής: κάθε προσαρμογή σε νέο οικονομικό μοντέλο φέρει και το αντίστοιχο τίμημα που οφείλεται να καταβληθεί. Το τίμημα αυτό απαιτεί θυσίες από την εργατική τάξη σε Ευρώπη και Αμερική. Κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει πως οι συνέπειες θα έπλητταν τα θεμέλια των μεσαίων και χαμηλών στρωμάτων. Πλέον είναι ξεκάθαρο ότι το νέο μοντέλο όχι μόνο αποδυνάμωσε το ήδη περιθωριοποιημένο προλεταριάτο, αλλά και ολόκληρη την κοινωνία.

Αποτελεί παράδοξο, βέβαια, το γεγονός ότι τούτα αποτέλεσμα δεν οφείλονται στην αποτυχία του παγκοσμιοποιημένου οικονομικού αυτού μοντέλου, αλλά στην επιτυχία του. Τις τελευταίες δεκαετίες, η γαλλική οικονομία (όπως και οι ευρωπαϊκές και αμερικανικές οικονομίες) συνέχισε να παράγει πλούτο. Επομένως, είμαστε κατά μέσο όρο πλουσιότεροι. Την ίδια στιγμή, η αύξηση της ανεργίας, της ανασφάλειας και της φτώχειας, είναι υπαρκτά προβλήματα. Επομένως, το κεντρικό ερώτημα δεν είναι κατά πόσον μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία είναι αποτελεσματική. Αυτό που θα πρέπει να μας απασχολεί είναι τι πραγματικά μπορούμε να κάνουμε με αυτό το μοντέλο, το οποίο δεν κατάφερε να δημιουργήσει και να εκθρέψει μια συνεκτική κοινωνία!

Στη Γαλλία, όπως και σε όλες τις δυτικές χώρες, έχουμε περάσει μόλις μέσα σε λίγες δεκαετίες από ένα σύστημα που ενσωματώνει οικονομικά, πολιτικά και πολιτιστικά την πλειοψηφία σε μια κοινωνία ανισοτήτων που, με την συνεχόμενη αύξηση του πλούτου, ωφελεί μόνο τους ήδη πλούσιους. Αυτή η αλλαγή δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας συνωμοσίας, αλλά μια επιθυμία να παραμεριστούν οι φτωχοί, σε ένα μοντέλο όπου η απασχόληση παίρνει και αυτή χαρακτηριστικά πόλωσης. Ως εκ τούτου, μια νέα κοινωνική γεωγραφία αναδύεται: η απασχόληση και ο πλούτος όλο και περισσότερο συγκεντρώνονται στις μεγάλες πόλεις, ενώ οι αποβιομηχανοποιημένες και τις αγροτικές περιοχές, οι μικρές και μεσαίες πόλεις, δείχνουν όλο και πιο ασθενικές. Ωστόσο, σε αυτά τα μέρη – στην «περιφερειακή Γαλλία» (θα μπορούσαμε επίσης να μιλήσουμε για την περιφερειακή Αμερική ή την περιφερειακή Βρετανία) – ζουν οι πιο πολλοί άνθρωποι της εργατικής τάξης. Έτσι, για πρώτη φορά, οι «εργαζόμενοι» δεν κατοικούν σε περιοχές όπου δημιουργείται απασχόληση, προξενώντας κοινωνικό και πολιτιστικό σοκ.

Στην περιφερειακή Γαλλία γεννήθηκε το κίνημα των κίτρινων γιλέκων. Από αυτές τις περιοχές της περιφέρειας αναδύεται ο λαϊκισμός στη Δύση. Η περιφερική Αμερική έφερε τον Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Η Περιφερειακή Ιταλία – mezzogiorno, αγροτικές περιοχές και μικρές βόρειες βιομηχανικές πόλεις – είναι η πηγή του λαϊκιστικού της παλμού. Αυτή η διαμαρτυρία διεξάγεται από τάξεις οι οποίες, σε παλαιότερες εποχές, ήταν βασικό σημείο αναφοράς για τον κόσμο της πολιτικής και της διανόησης, ένας κόσμος που φαίνεται να τις έχει λησμονήσει.

Παρότι η αύξηση της τιμής των καυσίμων πυροδότησε το κίνημα των «κίτρινων γιλέκων», το γεγονός αυτό δεν συνιστά την πραγματική αιτία. Ο θυμός αυτός έχει βαθύτερες ρίζες· ερχόμαστε αντιμέτωποι με τα αποτελέσματα πολιτικών οικονομικής και πολιτισμικής υποβάθμισης που ξεκίνησαν κατά τη δεκαετία του ’80. Ταυτόχρονα, οι λογικές της οικονομίας και της αγοράς γης έχουν απομονώσει τους ανθρώπους των ελίτ από την κοινωνική βάση. Τούτη η απομόνωση δεν είναι, βέβαια, μόνο γεωγραφική· συντελείται και σε επίπεδο πνεύματος (διανοητική και πολιτισμική). Οι παγκοσμιοποιημένες μητροπόλεις είναι τα νέα φρούρια του 21ου αιώνα: είναι πλούσιες αλλά και άνισες, στο βαθμό που ακόμη και η πρώην κατώτερη μεσαία τάξη δεν φαίνεται πια να έχει θέση μέσα σε αυτές. Από την άλλη, τα δύο βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τις μεγάλες και παγκοσμιοποιημένες πόλεις της είναι α) ο εξευγενισμός και β) η μετανάστευση, φαινόμενο που διακρίνεται από το εξής παράδοξο: η «ανοικτή κοινωνία» καταλήγει σε έναν κόσμο ολοένα και πιο κλειστό για την πλειονότητα των εργαζομένων.

Το οικονομικό χάσμα μεταξύ της περιφερειακής Γαλλίας και των μητροπόλεων αντικατοπτρίζει το χάσμα μεταξύ των ελίτ και της λαϊκής ενδοχώρας. Οι δυτικές ελίτ σταδιακά φαίνονται να έχουν αποκοπεί από τα λαϊκά στρώματα και δεν τα λαμβάνουν υπόψη τους καθόλου. Ο αντίκτυπος των «κίτρινων γιλέκων» και η υποστήριξη που χαίρουν στην κοινή γνώμη (οκτώ στους δέκα Γάλλους εγκρίνουν τις ενέργειες των διαδηλωτών), εξέπληξε τους πολιτικούς, τα συνδικάτα και τους ακαδημαϊκούς· λες και όλοι αυτοί ξαφνικά ανακάλυψαν μια νέα φυλή στον Αμαζόνιο.

Βασικό αίτημα των «κίτρινων γιλέκων» είναι η εξασφάλιση της κοινωνικής τους ορατότητας. Ως εκ τούτου, αποτελεί δευτερεύουσας σημασίας η όποια συζήτηση αναφορικά με την έκβαση αυτών των κινητοποιήσεων. O αγώνας για την πολιτισμική τους εκπροσώπηση έχει ήδη καταστεί αντικείμενο συζήτησης στο δημόσιο διάλογο. Οι εργαζόμενοι και οι κατώτεροι των μεσαίων τάξεων γίνονται και πάλι ορατοί, μαζί με τους τόπους όπου ζουν.

Αυτό που τα «γιλέκα» επιδιώκουν είναι ο σεβασμός· να πάψουν να είναι οι «ελεεινοί και αξιοθρήνητοι». Ο Michael Sandel έχει δίκιο όταν επισημαίνει την αδυναμία των ελίτ να πάρει σοβαρά τα εξής απλά αιτήματα των φτωχών: τη διατήρηση του κοινωνικού και πολιτιστικού τους κεφαλαίου και αλλά και την προστασία της εργασίας. Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο θα πρέπει να μπει ένα τέλος στο χάσμα των ελίτ από την κοινωνική βάση. Επιπλέον, ο πολιτικός λόγος της Αριστεράς και της Δεξιάς θα πρέπει να προσαρμοστεί σε αυτά τα αιτήματα. Τούτη η πολιτισμική επανάσταση αποτελεί δημοκρατική και κοινωνική επιταγή· κανένα σύστημα δεν μπορεί να συντηρηθεί αν δεν ενσωματώσει εντός του την πλειοψηφία των φτωχότερων πολιτών της.
πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου